Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Προοδευτική ή συντηρητική κυβέρνηση του Σάκη Παπαθανασίου

Πριν 10 μέρες σε άρθρο μου στο TVXS  περιέγραψα το πολιτικό σκεπτικό της τοποθέτησης μου για τις αυριανές εκλογές. Συγκεκριμένα ανέφερα τα παρακάτω:
Η χώρα συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις. Δεν έχουν εξαλειφτεί οι κίνδυνοι του Grexit ή του Grimbo. Για να αποτραπούν χρειάζεται:
Διεκδίκηση νέων ρυθμίσεων στα θέματα του χρέους και της αναπτυξιακής ενίσχυσης με ρεαλιστικές θέσεις.
Αξιόπιστη υλοποίηση της συμφωνίας με το μέγιστο δυνατό πολλαπλασιασμό επενεργειών των θετικών στοιχείων και τη δημιουργία οικονομικών – κοινωνικών αντιρροπήσεων στα αρνητικά μέτρα.
Ζητούμενο είναι η προώθηση ενός συνεκτικού προγράμματος σαρωτικών μεταρρυθμίσεων και  εκσυγχρονισμών σε όλους τους τομείς και όχι απλώς η  διαχείριση της συμφωνίας.

α) Παραμένει αναγκαία η προοδευτική διακυβέρνηση

Το πρόγραμμα εξόδου από την κρίση πρέπει να υπερβαίνει τις πολιτικές Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ που διαχειρίστηκαν τα θέματα, εντός και εκτός μνημονίου, με τρόπο που διατήρησε τις κατεστημένες παθογένειες και αύξησε τις ανισότητες.
Ταυτόχρονα πρέπει να υπερβεί τα χαρακτηριστικά που έκαναν μη επιτυχημένη την 7μηνη θητεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ όπως η παράβλεψη της  δημοσιονομικής παραμέτρου, η αμφιταλάντευση σε ό,τι αφορά στην ευρωπαϊκή πορεία, τα κρατικίστικα στερεότυπα και η υποτίμηση των αρνητικών επιπτώσεων πολιτικών χειρισμών στην οικονομία (βλέπε δημοψήφισμα).

Η συναίνεση όλων των δυνάμεων ευρωπαϊκού προσανατολισμού είναι απολύτως απαραίτητη για την προώθηση των αυτονόητων αλλαγών.  Στο σύνολό του όμως το πρόγραμμα εξόδου από την κρίση έχει εξ αντικειμένου πολιτικό πρόσημο. Για αυτό η αντίθεση δεξιάς και αριστεράς διατηρείται εντός του πλαισίου των ευρωπαϊκών δυνάμεων.

β) Ευρύ μπλοκ δυνάμεων για την προοδευτική διακυβέρνηση

Η προώθηση προοδευτικών λύσεων στο μέτρο του εφικτού προϋποθέτει  στη διακυβέρνηση της χώρας να βρίσκονται δυνάμεις που δεσμεύονται σε αυτή την κατεύθυνση. Απαιτείται μάλιστα η μέγιστη δυνατή συσπείρωση τέτοιων δυνάμεων, καθώς η υπόθεση της εξόδου από την κρίση αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία και πρέπει να στηρίζεται σε μια μεγάλη προοδευτική πλειοψηφία με ορίζοντα τριετίας στη Βουλή και στον λαό.

Οι εκλογές δημιουργούν την ευκαιρία να αντιστοιχηθεί ο πολιτικός χάρτης της χώρας σε αυτήν την αναγκαιότητα.

Η αναγνώριση από τον  ΣΥΡΙΖΑ των δεσμεύσεων και των αντικειμενικών παραμέτρων είναι το βήμα για να γίνει εφικτή μια βιώσιμη διακυβέρνηση με την πρωτοκαθεδρία του.
Η αναγνώριση από το ΠΑΣΟΚ και το ΠΟΤΑΜΙ, (που αυτοπροσδιορίζονται ως προοδευτικές δυνάμεις αλλά λειτουργούν συχνά περισσότερο σαν συνεργάτες της Ν.Δ παρά ως φορείς αλλαγής), των λαθών του παρελθόντος, ο τερματισμός της συλλήβδην αντιαριστερής ρητορείας και η απαλλαγή από συντηρητικές λογικές είναι το βήμα που πρέπει να κάνουν.

γ) Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί υπό προϋποθέσεις να ηγηθεί της προοδευτικής ανασυγκρότησης της χώρας

Μια τέτοια προοδευτική διακυβέρνηση προϋποθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα δεσμευόμενος σε ένα σύγχρονο και ρεαλιστικό πρόγραμμα προοδευτικής ανασυγκρότησης.

Η συμφωνία με τους δανειστές  και η αποχώρηση της μερίδας που διακατεχόταν από αντιευρωπαϊκές και παλαιο-αριστερές θέσεις δημιουργεί βάσιμες προσδοκίες ότι θα κινηθεί σε μια τέτοια κατεύθυνση. Εξάλλου αν θέλει να πετύχει αυτός είναι ο μόνος δρόμος που έχει μπροστά του.

Όσοι κραδαίνουν τα αρνητικά σημεία που επέδειξε το διάστημα της 7μηνης διακυβέρνησής του και κλείνουν τα μάτια στις συντελούμενες διαδικασίες μετασχηματισμού του, απλώς αποφαίνονται δογματικά. Βεβαίως δεν έφυγαν όλα τα εμπόδια αλλά έχει γίνει το μεγάλο βήμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αποσαφηνίσει πλήρως προεκλογικά τη νέα αφήγηση του με ευρωπαϊκό και αναπτυξιακό προσανατολισμό, η οποία να είναι κάθετα αντίθετη όχι μόνο στον νεοφιλελευθερισμό αλλά και στον καταστροφικό αριστερό λαϊκισμό και αντιευρωπαϊσμό της Λαϊκής Ενότητας του Π. Λαφαζάνη. Οφείλει ταυτόχρονα να δραστηριοποιηθεί για την πολιτική συνάντηση -  χωρίς λογικές ανταλλαγμάτων - με ευρύτερες δυνάμεις που μπορούν να συνεισφέρουν στη νέα πολιτική πρόταση.

Η προοδευτική ανασυγκρότηση της χώρας όμως δεν αποτελεί υπόθεση μόνο ενός κόμματος. Είναι απαραίτητη μια ευρύτατη συνάντηση σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο που θα κινητοποιήσει το  καλύτερο προοδευτικό δυναμικό της  ελληνικής κοινωνίας. Αυτό - μεταξύ άλλων - προϋποθέτει άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα των ενδεχόμενων μελλοντικών κυβερνητικών συνεργασιών.

Δεν γίνεται χωρίς τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν γίνεται μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ

Στο προαναφερόμενο άρθρο σήμερα θα συμπλήρωνα, λαμβάνοντας υπόψη την προεκλογική παρουσία των κομμάτων, τα εξής:

Η αντίθεση μεταξύ ευρωπαϊστών και αντιευρωπαϊστών είναι υπαρκτή και αν κρινόταν η παραμονή της χώρας στο ευρώ θα γινόταν κυρίαρχη και αυτό θα μας υποχρέωνε στη συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού μετώπου. Την περίοδο όμως που διανύουμε δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα. Είναι βεβαίως ζητούμενο η πολιτική ήττα των αντιευρωπαϊκών δυνάμεων συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων της Αριστεράς που στο όνομα της κατάργησης της λιτότητας μας καλούν να ακολουθήσουμε το δρόμο που θα φέρει λιτότητα τριπλάσιου βαθμού και εξαθλίωση. Για αυτό θεωρώ απολύτως λανθασμένη οποιοδήποτε συζήτηση για το ενδεχόμενο μετεκλογικής συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με τη Λαϊκή Ενότητα.

Δημιουργείται αμέσως το ερώτημα ποια μπορεί να είναι η σχέση της Δεξιάς με την Αριστερά , γενικότερα των συντηρητικών  με τις προοδευτικές δυνάμεις, εντός του ευρωπαϊκού δρόμου της χώρας.

Υπάρχουν σίγουρα περιθώρια συνεργασίας σε κάποιους τομείς σχετικούς με την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Δεν είναι τυχαίο ότι η συμφωνία που έφερε η κυβέρνηση Τσίπρα κέρδισε την πλειοψηφία στο ελληνικό κοινοβούλιο με τη στήριξη των άλλων κομμάτων ευρωπαϊκού προσανατολισμού. Η συνεργασία αυτή μπορεί να αφορά επίσης εθνικά θέματα, αλλά και θέματα όπως η  προώθηση λειτουργικών και τεχνολογικών εκσυγχρονισμών.

Οι δυνατότητες συνεργασίας δεν καταργούν όμως τη διάκριση μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών δυνάμεων, που εξάλλου υπάρχει σε όλη την Ευρώπη και είναι  μέρος της δημοκρατικής διαδικασίας. Στην ίδια τη Γερμανία η σύμπραξη των Χριστιανικοδημοκρατών και των Σοσιαλδημοκρατών προέκυψε λόγω της μη εισόδου στη Βουλή των συμμάχων της κ. Μέρκελ ενώ και παλιότερα στην κυβέρνηση βρισκόταν ο συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών και Πράσινων.

Η έξοδος της χώρας μας από την κρίση θα γίνει μέσω μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς. Ο χαρακτήρας αυτών των αλλαγών καθορίζει το παρόν και το μέλλον. Το δίλημμα είναι υπαρκτό: Προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που θα αντιμετωπίσουν τις παθογένειες του παρελθόντος, θα επιμερίσουν δίκαια τα βάρη και τις ωφέλειες και θα εντάξουν τη χώρα σε μια βιώσιμη ανάπτυξη με μείωση των ανισοτήτων και εμβάθυνση της δημοκρατίας ή συντηρητικές μεταρρυθμίσεις που θα διατηρήσουν τη χώρα εντός ευρώ αυξάνοντας τις ανισότητες και υποβαθμίζοντας τις δυνάμεις  της εργασίας;
 
Προκύπτει όμως το ζήτημα εάν η έννοια του προοδευτικού και του συντηρητικού έχει νόημα εφόσον έχουμε μπροστά μας την υποχρέωση της υλοποίησης του νέου μνημονίου.

Υποστηρίζω πως έχει νόημα. Η υλοποίηση της συμφωνίας δεν είναι μια τεχνοκρατική διαδικασία και την περίοδο εφαρμογής της, μια προοδευτική πολιτική μπορεί και πρέπει να περιλαμβάνει παράλληλα :

Διεκδίκηση στα θέματα που είναι ανοικτά όπως οι εργασιακές σχέσεις, ο δημόσιος χαρακτήρας των δικτύων της ενέργειας, η συγκεκριμενοποίηση των επιπρόσθετων αναπτυξιακών ενισχύσεων και το μεγάλο θέμα της απομείωσης του χρέους.
Προώθηση κοινωνικών αντισταθμίσεων για τους οικονομικά αδύναμους και τις οικογένειες που  ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Αντιμετώπιση των παθογενειών (όπως κλοπή ΦΠΑ, φοροδιαφυγή, υπερτιμολογημένες προμήθειες του δημόσιου τομέα κ.ά.) που θα παράγουν τα ίδια δημοσιονομικά αποτελέσματα δημιουργώντας εμπράκτως τη δυνατότητα να ληφθούν θετικά μέτρα όπως η μείωση του ΦΠΑ στα είδη διατροφής, η μείωση της φορολογίας, η αύξηση των δικαιούχων επιδόματος ανεργίας.
Προώθηση αντιρρόπησης προς τα υφεσιακά μέτρα μέσω της ταχύτατης και βέλτιστης διαχείρισης των αυξημένων ευρωπαϊκών πόρων με την παραγωγή αποτελεσμάτων σε επενδύσεις, θέσεις εργασίας και εισοδήματα.
Διεκδίκηση μεγάλων πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο όπως η αντιμετώπιση της ανεργίας , της φτώχειας και των προσφυγικών ροών .

Επιπροσθέτως δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι υπάρχουν σημαντικά ζητήματα που είναι εκτός μνημονίου και στα οπαία μια προοδευτική κυβέρνηση καλείται να ακολουθήσει διαφορετική πολιτική από αυτή του παρελθόντος με χαρακτηριστικά αυτά της διαφθοράς, των πελατειακών σχέσεων, του πολιτικού συστήματος κ.ά.

Για όλους τους παραπάνω λόγους δεν μπορεί να υπάρχει κοινό πρόγραμμα διακυβέρνησης μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ . Μια τέτοια κυβέρνηση στην ουσία θα αποτελεί  επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση.

Αυτό που χρειάζεται είναι μια κυβέρνηση προοδευτική που θα υπερβεί τη στείρα αντιμνημονιακή επαγγελία και θα μπει στην ουσία του θέματος που είναι η εφαρμογή των μέγιστων δυνατών προοδευτικών λύσεων εντός της κρίσης.

Πώς όμως αντιμετώπισαν τα κόμματα μια τέτοια προοπτική συγκρότησης προοδευτικής κυβέρνησης;

Το ΠΑΣΟΚ έτρεξε να δηλώσει ότι θέλει τη Ν.Δ οπωσδήποτε σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, συνεχίζοντας την πολιτική Βενιζέλου. Η ομάδα της ΔΗΜΑΡ, που προσκολλήθηκε στο σχήμα του ΠΑΣΟΚ, αποδέχθηκε αυτή τη θέση παραβιάζοντας όλες τις αποφάσεις που είχε λάβει έως προσφάτως η ΔΗΜΑΡ  υπέρ της προοδευτικής διακυβέρνησης.

Το ΠΟΤΑΜΙ παρά τη χρησιμοποίηση υψηλών τόνων εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ δεν έθεσε ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή του σε κυβέρνηση  τη  συμμετοχή και της Ν.Δ
Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε σημαντικά βήματα  σε σχέση με το παρελθόν. Στην προεκλογική περίοδο έθεσε το δίλημμα προοδευτική ή συντηρητική κυβέρνηση και κάλεσε όλους τους προοδευτικούς πολίτες ανεξαρτήτως του που βρέθηκαν στο παρελθόν να στηρίξουν την προσπάθεια του. Άνοιξε τη συζήτηση για το ενδεχόμενο σύμπραξης του (αν χρειαστεί) με το ΠΑΣΟΚ και το ΠΟΤΑΜΙ θέτοντας τον όρο της απαλλαγής τους από τις συντηρητικές πολιτικές. Δεσμεύτηκε για τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης που θα λειτουργεί ως κυβέρνηση όλων των Ελλήνων. Έθεσε ρεαλιστικές προσεγγίσεις για την υλοποίηση της συμφωνίας και τις διεκδικήσεις που θα προβάλλει στα ανοικτά θέματα.

Στο κρίσιμο ζήτημα των μεταρρυθμίσεων μίλησε για την ανάγκη προοδευτικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών σε όλους τους τομείς. Στον προεκλογικό του λόγο  περιόρισε το όλο ζήτημα στο πεδίο της διαπλοκής. Στην πραγματικότητα όμως οι μεταρρυθμίσεις αφορούν όλα τα πεδία του κράτους και της οικονομίας και όχι μόνο την αντιμετώπιση των ισχυρών ελίτ και των παθογενειών που σχετίζονται με αυτές.

Αφορούν τον επανακαθορισμό της έννοιας του προοδευτικού φορέα όχι μόνο ως προωθητή της αναδιανομής και της διεύρυνσης της πρόσβασης των εργαζόμενων στρωμάτων στο κοινωνικό κράτος αλλά πρωτίστως ως φορέα που μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα στην κοινωνικά δίκαιη έξοδο από την κρίση και σε μια νέου τύπου ανάπτυξη με παραγωγή, θέσεις εργασίας και  εισοδήματα που θα μπορούν να σταθούν σε ένα διεθνοποιημένο και ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Αφορούν τον εκσυγχρονισμό, την παραγωγικότητα και την αντιμετώπιση της διαφθοράς και του κομματισμού στο δημόσιο τομέα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ολοκλήρωσε τη στροφή του. Έκανε όμως το μεγάλο βήμα.

Εμείς οι Δημοκράτες και Ευρωπαϊστές της Αριστεράς δεν μπορούμε να παραβλέπουμε τις αντιθέσεις και την πραγματική διακύβευση. Ούτε η κριτική μας στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να γίνεται με όρους αποδόμησης κάθε προοδευτικής προσπάθειας. Καθήκον μας είναι να στηρίξουμε κριτικά τη δεύτερη προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ που έχει πολύ καλύτερες προοπτικές και να συμβάλλουμε στη συγκρότηση ενός μεγάλου προοδευτικού μπλοκ δυνάμεων για την αλλαγή.
Για αυτό θα ψηφίσω κριτικά, και με βάση τις μέχρι τώρα θέσεις μου, τον ΣΥΡΙΖΑ.